2 Ιαν 2014

Το τραγούδι της σημαίας, Λάκης Παππάς

Kοινωνική ανισότητα...

Προπαραμονή Πρωτοχρονιάς ανοίγοντας την τηλεόραση το πρωί έπεσα πάνω στις εικόνες από τη ΔOY Kαλαμαριάς στη Θεσσαλονίκη. Eκατοντάδες πολίτες περίμεναν να παραδώσουν τις πινακίδες των αυτοκινήτων τους ή να αποκτήσουν κλειδάριθμο για την υποβολή της φορολογικής τους δήλωσης ή για κάποια άλλη τακτοποίηση με την εφορία. Σύμφωνα με δημοσιεύματα πάνω από 1εκ. πολίτες δεν πλήρωσαν τα τέλη κυκλοφορίας. Ο δημοσιογράφος αποφάσισε «να δώσει το λόγο στον λαό». Η μαχητική δημοσιογράφος δίνει το μικρόφωνο σε τυχαίους «αγανακτισμένους» οι οποίοι φυσικά τα έβαζαν με όλους και για όλα. Mια ομάδα βουλευτών, που με το στήσιμό τους και τη ποιότητα του λόγου τους θύμιζε ή στούντιο μεσημεριανής εκπομπής τηλεοπτικής φλυαρίας ή καφενειακή γκρίνια. Η συζήτηση στο στούντιο είχε θέμα «ο καθένας λέει ότι θυμάται...»· λίγο από πετρέλαιο θέρμανσης, λίγο από ανεργία, λίγο από υπερφορολόγηση, λίγο απ’ όλα ... με «μουσική υπόκρουση» τη ζωντανή σύνδεση από τη ΔOY Kαλαμαριάς. Κανένα νόημα, καμιά συνοχή και οπωσδήποτε καμιά πολιτική πρόταση για το μέλλον. 

Λίγα χιλιόμετρα πιο πέρα από τη ΔOY Kαλαμαριάς, στα δυο γνωστά εμπορικά κέντρα της Θεσσαλονίκης υπήρχε επίσης το αδιαχώρητο. Για να μπει κάποιος στο τεράστιο πάρκινγκ περίμενε ώρα και τελικά άφηνε το αυτοκίνητό του 500μ μακριά, όλοι κρατούσαν από κάτι, μικρό ως μεγάλο, τη στιγμή που το σχόλιο των εμπόρων για την κίνηση στο κέντρο της πόλης ήταν ότι η αγορά της Θεσσαλονίκης «βούλιαξε» από κόσμο. Xαρακτηριστικά τα γεμάτα με παιχνίδια και «υπερβολή» καρότσια σε γνωστό κατάστημα της πόλης. Χαρακτηριστικές επίσης οι εικόνες με τα γεμάτα καφέ σ’ όλη την περίοδο των εορτών μέχρι σήμερα.
Αυτές οι αντίθετες εικόνες προβληματίζουν ως προς τον δομή αλλά και τον «τρόπο» της ελληνικής κοινωνίας. Αναμφισβήτητα ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού περνάει άσχημα· δεν μπορεί να ανταποκριθεί ούτε στις βασικές του οικονομικές υποχρεώσεις. Οι λογαριασμοί, οι φόροι, δάνεια, κάποιο ενοίκιο, κάποιο άνεργο μέλος στην οικογένεια δημιουργούν μια αδιέξοδη κατάσταση. Όπως και να μετρήσουν δεν φτάνει ο ένας και μικρός μισθός για να καλύψει όχι τις λογικές απαιτήσεις που μπορεί να έχει μια ελληνική οικογένεια της  πρώην μεσαίας τάξης αλλά ούτε καν τις υποχρεώσεις που το ίδιο το κράτος επιβάλλει. Πρόκειται μάλιστα για οικογένειες συντηρητικές ως προς τη ζωή τους, αξιοπρεπείς, που δεν εκτέθηκαν σε λάθος δάνεια αλλά χωρίς καμιά δυνατότητα άμυνας βρίσκονται ήδη στο περιθώριο της κοινωνίας χωρίς καμιά ελπίδα, χωρίς ηθικό, χωρίς καμιά αισιόδοξη είδηση. 
Από την άλλη, μια πόλη όπως η Θεσσαλονίκη στην οποία καταγράφεται μια ανεργία άνω του 30% μπορεί ακόμη να «γεμίζει» την αγορά της, τα καφέ της και τα εμπορικά κέντρα της. Οι εικόνες της αγοράς την περίοδο των εορτών δεν θύμιζαν εικόνα πόλης μετά από οικονομική καταστροφή. Ποιοι και πώς δημιούργησαν αυτές τις αισιόδοξες εικόνες είναι δύσκολο να καταλάβει κάποιος μέσα σ’ αυτή τη κατάσταση. 
Το μόνο που κάποιος διακρίνει ξεκάθαρα είναι ότι οι κοινωνικές ανισότητες διευρύνονται με έναν βίαιο και στις περισσότερες φορές άδικο τρόπο. Oι κοινωνικές ανισότητες δημιουργούν ή αναδεικνύουν μια άνευ προηγουμένου ηθική κοινωνική κρίση η οποία διαλύει τον κοινωνικό ιστό, ενισχύει τα πολιτικά άκρα ή την ακραία πολιτική ρητορία και διχάζει την κοινωνία. Θεσμοί ή ιδέες που άλλοτε ένωναν και ενέπνεαν δεν υπάρχουν ούτε στο λεξιλόγιο ούτε στο μυαλό του σημερινού Έλληνα. Η πολιτική ηγεσία του τόπου θα πρέπει να βρει τρόπο να αντιμετωπίσει εκτός από το οικονομικό θέμα και την άσχημα εξελισσόμενη κοινωνική κατάσταση.

ΓK