28 Ιαν 2017

Τα ρέστα, του Κώστα Ταχτσή

— «Έφτυσα! Αλίμονό σου αν χαζέψεις πάλι στο δρόμο!»
Δεν έφτυνε ποτέ στ' αλήθεια, μόνο με λόγια, μα το νόημα της απειλής ήταν καθαρό: Έπρεπε νάχεις γυρίσει πίσω πριν στεγνώσει το σάλιο.
Το πόσο γρήγορα στεγνώνει το σάλιο το καθόριζε εκείνη σύμφωνα με τις περιστάσεις, σύμφωνα με το κέφι της. Καμιά φορά στέγνωνε ώσπου να πεις κρεμύδι, σαν πουλί πήγαινες και σαν πουλί γύριζες, μα το σάλιο είχε στεγνώσει κιόλας, κι εκείνη σε περίμενε στην πόρτα με το λουρί στο χέρι.
Άλλοτε, γύριζες απ' το θέλημα που σ' είχε στείλει να της κάνεις και, στ' αντίκρισμα του σπιτιού απ' τη γωνιά του δρόμου, σ' έπιανε τρεμούλα, κάτι έσπαγε μέσα σου, λυνόντουσαν τα γόνατά σου, αντί να πάν' μπροστά, τα πόδια σου πήγαιναν πλάγια, πίσω, μπροστά, πλάγια, πίσω... Αναρωτιόσουνα γεμάτος αγανάκτηση με τον εαυτό σου τι σ' είχε κάνει να ξεχαστείς τόσο πολύ, ποιος ζερζεβούλης σ' είχε βάλει να σταθείς και να χαζέψεις τα παιδιά πούσερναν την κάργια απ' το ποδάρι, αν άξιζε τον κόπο να φας τόσο ξύλο για μια διασκέδαση πούχε τύχει στο δρόμο σου, στην οποία δεν είχες λάβει καν μέρος, και που, το χειρότερο απ' όλα, ανήκε κιόλας στο παρελθόν, ενώ η ώρα της Κρίσεως, η στιγμή της πληρωμής του λογαριασμού πλησίαζε αμείλικτα με κάθε βήμα πούκανες προς την πόρτα.

7 Ιαν 2017

Η «αλήθεια» σε εποχές παρακμής... , Πλούταρχος

Ο ρήτορας Δημάδης, που ήταν ισχυρός άνδρας στην Αθήνα εξαιτίας ότι ασκούσε πολιτική σύμφωνα με το συμφέρον των Μακεδόνων και του Αντίπατρου, επειδή αναγκαζόταν να γράφει και να λέει πολλά αντίθετα με τις αρχές και το ήθος της πόλης, ισχυριζόταν ότι έπρεπε να τον συγχωρήσουν, γιατί ασκούσε πολιτική σε πόλη ναυάγιο. Αυτό, αν και δείχνει κάποιο θράσος από την πλευρά του ρήτορα, θα μπορούσε να φανεί αληθινό, αν αναφερόταν στον πολιτικό βίο του Φωκίωνα. Διότι ο Δημάδης αποτελούσε ο ίδιος ναυάγιο της πόλης, έχοντας ζήσει και πολιτευτεί με τόση ασυδοσία, ώστε ο Αντίπατρος να πει γι’ αυτόν, όταν είχε πια γεράσει, ότι το μόνο που απέμεινε ήταν η γλώσσα και η κοιλιά, σαν σφάγιο. Όσο για την αρετή του Φωκίωνα, επειδή είχε ανταγωνιστή τις δύσκολες και βίαιες περιστάσεις, οι συγκυρίες στην Ελλάδα τον αμαύρωσαν και δεν επέτρεπαν να λάμψει δοξασμένη. Και δεν πρέπει βέβαια να δίνουμε προσοχή στον Σοφοκλή, που παρουσιάζει την αρετή ανίσχυρη, εκεί που λέει:

Γιατί, βασιλιά, ο νους αυτών που δυστυχούν
δεν μένει ο ίδιος, όπως ήταν αλλά φεύγει.

5 Ιαν 2017

Skyfall, Adele

Ο καταναλωτικός παρασιτισμός, Παναγιώτης Κονδύλης, 1992

 Ένα καθοριστικό γνώρισμα της σημερινής εθνικής ζωής, δηλ. της εθνικής ζωής μετά την γεωπολιτική συρρίκνωση του ελληνισμού [Μικρασία, Κύπρος, ελληνισμός Ρωσσίας, ελληνισμός Μέσης Ανατολής κ.ά.], είναι η απουσία εθνικών στόχων ικανών να κινητοποιήσουν συνειδητά κι μακροπρόθεσμα συλλογικές δυνάμεις. Πάνω σ’ αυτό δεν πρέπει να ξεγελιέται κανείς ούτε από τυπωποιημένες πατριωτικές κορώνες ούτε από τις ανόρεχτες μάχες οπισθοφυλακής που δόνονται για το κυπριακό - ούτε επίσης πρέπει να εκλαμβάνει ως τέτοιο στόχο την «ένταξη στην Ευρώπη»: γιατί προς αυτήν ωθεί μια μαζική επιθυμία καταναλωτικής ευζωίας, η οποία, προκειμένου να πραγματοποιηθεί, δεν θα δίσταζε και πολύ να μετατρέψει την ένταξη σε ταπεινωτική εθνική εκποίηση.

Coldplay - Viva La Vida

4 Ιαν 2017

«Δίκαιο» και Δύναμη, Παναγιώτης Κονδύλης, 1992

 «Εκείνο όμως που προ παντός αρνείται να κατανοήσει σε μόνιμη βάση η ελληνική πλευρά, καθώς έχει αυτοπαγιδευθεί στις υπεραπλουστεύσεις των ηθικολογικών άλλοθι. είναι ότι κάθε ισχυρισμός και κάθε διεκδίκηση μετρούν μόνο τόσο, όσο και η εθνική οντότητα που στέκει από πίσω τους. Όποιος λ.χ. μονίμως επαιτεί δάνεια και επιδοτήσεις για να χρηματοδοτήσει την οκνηρία και την οργανωτική του ανικανότητα δεν μπορεί να περιμένει ότι θα εντυπωσιάσει κανέναν με τα υπόλοιπα «δίκαιά» του. Ούτε μπορεί κανείς να περιμένει ότι θα ληφθεί σοβαρά υπ’ όψιν μέσα στο διεθνές πολιτικό παιγνίδι, αν δεν έχει κατανοήσει, και δεν συμπεριφέρεται έχοντας κατανοήσει, ότι, πίσω και πέρα από τις μη δεσμευτικές διακηρύξεις αρχών ή τις αόριστες φιλοφρονήσεις, τις φιλίες ή τις έχθρες τις δημιουργεί και τις παγιώνει η σύμπτωση ή η απόκλιση των συμφερόντων. Όμως στη βάση αυτή μπορεί να κινηθεί μόνον όποιος έχει την υλική δυνατότητα να προσφέρει τόσα, όσα ζητά ως αντάλλαγμα. Με λίγα λόγια: οι κινήσεις στο πολιτικο-διπλωματικό πεδίο αποδίδουν  όχι ανάλογα με το «δίκαιο», το οποίο μάλιστα η κάθε πλευρά ορίζει για λογαριασμό της, αλλά ανάλογα με το κοινωνικό και ιστορικό βάρος των αντίστοιχων συλλογικών υποκειμένων, το οποίο όλοι αποτιμούν κατά μέσο όρο παρόμοια, όπως γίνεται και με τα εμπορεύματα στην αγορά. Επί πλέον καμμιά προστασία και καμμιά συμμαχία δεν κατασφαλίζει τελειωτικά όποιον βρίσκεται μαζί της σε σχέση μονομερούς εξάρτησης. Η αξία μιας συμμαχίας για μια ορισμένη πλευρά καθορίζεται από το ειδικό βάρος της πλευράς αυτής μέσα στο πλαίσιο της συμμαχίας.  Ισχυροί σύμμαχοι είναι άχρηστοι σ’ όποιον δεν διαθέτει ο ίδιος σεβαστό ειδικό βάρος, εφ’ όσον ανάλογα με τούτο εδώ αυξομειώνεται το ενδιαφέρον των ισχυρών. Ίσως να θεωρεί κάποιος «απάνθρωπα» και λυπηρά αυτά τα δεδομένα· αν όμως ασκεί εθνική πολιτική αγνοώντας τα, αργά ή γρήγορα θα βρεθεί σε μια κατάσταση όπου η λύπη για την εθνική κατάπτωση των άλλων θα τη διαδεχθεί ο θρήνος για τις δικές σου συμφορές.»
Παναγιώτης Κονδύλης
Πλανητική πολιτική μετά τον ψυχρό πόλεμο

εκδ. Θεμέλιο




Let It Go (Disney's "Frozen") Vivaldi's Winter - The Piano Guys

Εθνική μυθολογία και εθνική πραγματικότητα, Παναγιώτης Κονδύλης

«Οι μυθολογίες, ακόμα και οι πιο αυθαίρετες, είναι δυνατό να επιδράσουν θετικά στην εθνική ζωή κινητοποιώντας και συσπειρώνοντας δυνάμεις. Όμως προϋπόθεση για να συμβεί αυτό είναι μια αντικειμενική εθνική ζωτικότητα, μια πλησμονή χειροπιαστής ισχύος, η οποία επιτρέπει σ’ ένα έθνος να κινείται, θα λέγαμε, στο ύψος των ψευδαισθήσεών του. Όπου αντίθετα το έθνος συρρικνώνεται και φθίνει, εκεί η διάσταση ανάμεσα σε εθνική μυθολογία και εθνική πραγματικότητα έχει, μακροπρόθεσμα τουλάχιστον, μοιραίες συνέπειες. Η σημερινή Ελλάδα αποτελεί ακριβώς περίπτωση φθίνοντος έθνους, το οποίο εκλαμβάνει τις έμμονες μυθολογικές του ιδέες για τον εαυτό του ως ρεαλιστική αυτοεπίγνωση. Δεν είναι διόλου περίεργο ότι η ψυχολογική αυτή κατάσταση συχνότατα παρουσιάζει συμπτώματα ψυχολογικού αυτισμού· γιατί το απαραίτητο υπόβαθρο και πλαίσιο της υγιούς αυτοεπίγνωσης είναι η γνώση του περιβάλλοντος κόσμου, μέσα στον οποίο καλείται να δράσει ένα ατομικό ή συλλογικό υποκείμενο, αποτιμώντας κατά το δυνατό νηφάλια τις δυνατότητές του και υποκαθιστώντας τη νοσηρά εγωκεντρική αρχή της ηδονής με τη φυσιολογικά εγωκεντρική αρχή της πραγματικότητας. Όπως οι κατώτεροι ζωικοί οργανισμοί, έτσι και οι σημερινοί Έλληνες ανιδρούν με έντονες αντανακλαστικές κινήσεις μονάχα σ’ ό,τι τους ερεθίζει άμεσα και ειδικά· οι δηλώσεις κάποιου «φιλέλληνα» στη Χαβάη ή κάποιου «μισέλληνα» στη Γροιλανδία (κι ας μη μιλήσουμε καθόλου για τα όσα παρεμφερή μαθαίνει κανείς από τις Βρυξέλλες ή την Ουάσιγκτον) ευφραίνουν ή εξάπτουν, αναλόγως, τα πνεύματα πολύ περισσότερο απ’ ό,τι απασχολούν τα ουσιώδη, αν και συχνά αφανή, μεγέθη της πολιτικής και της οικονομίας.»

Παναγιώτης Κονδύλης
Πλανητική πολιτική μετά τον ψυχρό πόλεμο

εκδ. Θεμέλιο, 1992