11 Δεκ 2011

Προμηθέας Δεσμώτης...

Μην το θαρρήτε ξυπασιά μου ή περηφάνεια
που δε μιλώ· μες στη βουβή τη συλλογή μου
σπαράζομαι να βλέπω αυτή μου την κατάντια.
Κι όμως, στο βάθος, σε όποιον άλλο παρά εμένα
χρωστούνε οι νέοι αυτοί θεοί τις τιμές πόχουν;

Μ’ αυτά τ’ αφήνω, κι είναι περιττό να κάνω
λόγο, γιατί τα ξέρετε· τώρα τα πάθη
των ανθρώπων ν’ ακούσετε, πως, ενώ πρώτα
σαν τα μωρά ήταν, νου τους έβαλα και φρένες·
κι όχι παράπονο μ’ αυτούς πως έχω, μόνο
για να σας δείξω την καλή προαίρεσή μου.
Και λοιπόν πρώτα έβλεπαν και του κάκου εβλέπαν
άκουγαν και δεν άκουγαν, μα όμοιοι με ονείρων
μορφές σ’ όλο το μάκρος της ζωής των όλα
τα πάντα έτσι ανάκατα σύγχυζαν, κι ούτε
πλιθόκτιστα προσήλια σπίτια ξέραν, ούτε
τα ξύλα να δουλεύουν, μα σ’ ανήλια σπήλια
χωσμένοι ετρύπωναν σαν τα αχαμνά μερμήγκια.
Και ούτε χειμώνα εγνώριζαν βέβαιο σημάδι,
ούτε ανθοφόρας άνοιξης, ούτε του θέρους
του καρπερού κανένα, μα έτσι επορεύονταν
με δίχως κρίση, ως που τους έδειξα των άστρων
τις αξεδιάλυτες ανατολές και δύσεις.
Κ’ εγώ τον αριθμό, την πιο τρανή σοφία,
και των γραμμάτων τα συνθέματα τους βρήκα,
της μνήμης, της μητέρας των Mουσών, εργάτες.
Κ’ έζεψα πρώτος στο ζυγό τα ζώα σκυμμένα
κάτω από ζεύγλες και σαμάρια, για να παίρνουν
τους πιο μεγάλους πάνω των τους κόπους του ανθρώπου.
Κ’ έδεσα χαλινόστερνα τ’ άλογα στο άρμα,
της αρχοντιάς της μεγαλόπλουτης καμάρι·
και τα θαλασσοπλάνητα δε βρήκεν άλλος
πάρεξ εγώ λινόφτερα του ναύτη αμάξια.
Μα ο άμοιρος! ενώ ηύρα τέτοιες σοφές τέχνες
για τους ανθρώπους, τίποτα για με τον ίδιο
δεν έχω να σωθώ απ’ τις συμφορές μου.
............................

Tάλλα ν’ ακούσης πιότερο θε να θαυμάσεις
τι μηχανές σοφίστηκα και πόσες τέχνες·
κ’ η πιο μεγάλη – που αν κανείς ήθε  αρρωστήσει,
δεν είχε αντίδοτο κανένα, ούτενα πάρη,
ούτε να πιει, ούτε αλειφτή, και μαραίνονταν
έτσι με δίχως γιατρικά, ως που εγώ πάλι
έδειξα τανεκάτωμα λογής φαρμάκων
την πάσ’ αρρώστεια τους μ’ αυτά να πολεμούνε.
Και τους πολλούς της μαντικής χώρισα τρόπους
κ’ έκρινα πρώτος, απ’ τα ονείρατα ποια πρέπει
να βγουν αλήθεια, και τους έμαθα να κρίνουν
ταρπαχτά λόγια και τις συντυχιές του δρόμου.
Κι ακόμα τα πετάματα των άγριων όρνιων
ώρισα καθαρά, ποια είναι δεξιά σημάδια
και ποια ζερβά, καθώς και τις συνήθειες πόχουν,
τις έχθρες, τις φιλίες τα συνταιριάσματά τους.
Εγώ, και τι λογής τα σπλάχνα πρέπει νάναι,
τι χρώμα νάχουν για ν’ αρέσουν στους θεούς των
και τι χολής και του λοβού τις τόσες όψεις·
και μες στη σκέπη τυλιχτούς καίοντας τους γόφους
και της ράχης το κόκκαλο, δύσκολης τέχνης
το δρόμο στους ανθρώπους άνοιξα, και μάτια
στης φλόγας έδωσα τα πριν τυφλά σημάδια.
Μα έξω απ’ αυτά και τα κρυμμένα μες στα σπλάχνα
της γης, χαλκό και σίδερο, χρυσάφι, ασήμι,
του ανθρώπου βοηθήματα, ποιος από μένα
πώς τα ηύρε πρώτος θε να πή; βέβαια κανένας,
εκτός αν φλυαρή αν θέλη έτσι του βρόντου.
Και μ’ ένα λόγο σύντομο σου λέω να ξέρεις·
στον Προμηθέα χρωστούν οι άνθρωποι όλες τις τέχνες.


Aισχύλου Προμηθέας Δεσμώτης
Μετ. I.N. Γρυπάρης
Oι τραγωδίες του Aισχύλου
Εκδ. EΣTIA
    


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου