12 Μαρ 2011

Γεννημένος στα 1890...

Πολλά  έθνη, αν όχι όλα,  σε δύσκολες στιγμές της ιστορίας τους, επιστρέφουν στο «ένδοξο» παρελθόν τους. Προσπαθούν μέσα από την ιστορία τους να επανακαθοριστούν στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της πορείας τους, να αντλήσουν δυνάμεις και παραδείγματα για να μπορέσουν να βγουν αργά αλλά σταθερά και συντεταγμένα από την κρίση. Δεν ψάχνουν για επώνυμους ήρωες, ούτε εντυπωσιακές νίκες αλλά μέσα από το παρελθόν αναζητούν τον τρόπο, την κοινωνική συμπεριφορά που οδήγησε σε κάποια νίκη, είτε εθνική είτε κοινωνική
. Η συλλογική μνήμη αφορά, εκτός από γεγονότα, αρχές, αξίες, συμπεριφορές που έρχονται από το παρελθόν για να προσαρμοστούν στη σύγχρονη πραγματικότητα και να δώσουν την ευκαιρία στη δοκιμαζόμενη γενιά να δημιουργήσει τη δική της ιστορία. Η συλλογική μνήμη μετατρέπεται σε εμπειρία, σε πλούτο, σε σοφία, σε δύναμη ικανή να βγάλει από το αδιέξοδο ένα λαό.
Ένα παιδί γεννιέται κοντά στα 1890 κάπου στη Θεσσαλία, μόλις δέκα χρόνια μετά την ενσωμάτωση της Θεσσαλίας στην Eλλάδα. Η φτώχεια είναι μια δεδομένη κατάσταση. Η μοίρα κοινή και τα όνειρα περιορισμένα. Οι περισσότεροι δεν έχουν γη, δεν έχουν ασφάλεια, δεν έχουν τίποτα. Η γη και ο πλούτος  της βρίσκονται στα χέρια πολύ λίγων. Στα 1893 το ελληνικό κράτος χρεωκοπεί αφού δεν μπορεί να ανταποκριθεί στο ύψος των δανείων. 
Σαν να μην έφταναν τα παραπάνω στα 1897 η Eλλάδα ξεκινά έναν πόλεμο εναντίον της Tουρκίας που από την κατάληξή του χαρακτηρίζεται ως ατυχής. Οι μεγάλες ευρωπαϊκές δυνάμεις σταματούν την προέλαση των Tούρκων και η Eλλάδα αναγκάζεται να καταβάλλει τεράστια χρηματικά ποσά στην Tουρκία ως αποζημίωση. Ο μόλις επτάχρονος ήρωάς μας ζει τον πρώτο του πόλεμο. Γνώρισε το θάνατο, είδε καταστροφές, λεηλασίες· οι μεγαλύτεροι γνώρισαν και τι σημαίνει εθνική ήττα. 
Ακολουθεί μια μεγάλη πολιτική ανεπάρκεια που οδηγεί σε ένα στρατιωτικό πραξικόπημα που η ιστορία το ονόμασε επανάσταση. Η «επανάσταση στο Γουδί» στα 1909 δημιουργεί ελπίδες για κάτι καλύτερο. Ο Eλευθέριος Bενιζέλος έρχεται από την Kρήτη με την ευθύνη να δικαιώσει τις ελπίδες του λαού. Στα 1910 στο Kιλελέρ έχουμε μια κοινωνική διεκδίκηση, την αναδιανομή της γης. Στα 1910 στην Eλλάδα οι κολίγοι είχαν περιπέσει σε καθεστώς δουλοπαροίκου. Ο εικοσάχρονος ήρωας μας πλέον καταλαβαίνει, συμμετέχει, διεκδικεί ένα καλύτερο μέλλον. Ακόμα όμως δεν κέρδισε τίποτα.
Στα 1912 τον συναντάμε στρατιώτη του Eλληνικού Στρατού, έτοιμο να δώσει τη ζωή του για τη Mεγάλη Iδέα του  Έθνους. Δεκαπέντε χρόνια μετά την μεγάλη ήττα του 1897 το έθνος θέλει να πάρει τη μεγάλη ρεβάνς και να απελευθερώσει τους ελληνικούς πληθυσμούς πέρα των ελληνικών συνόρων. Οι νίκες έρχονται η μία μετά την άλλη· απελευθερώνεται η Mακεδονία, η Ήπειρος, και η Eλλάδα φτάνει μέχρι τον ποταμό Nέστο. Νίκες πληρωμένες με αίμα. Ο πρώτος μεγάλος πόλεμος φέρνει ανατροπές και ο ήρωάς μας αναγκάζεται να ξαναπολεμήσει για να κρατήσει αυτά που κέρδισε πριν λίγα χρόνια. Στα 1920 τον συναντάμε στη Mικρά Aσία να παρελαύνει στη Σμύρνη. Στα 1922 γυρίζει στην Eλλάδα και στον τόπο του συντριμμένος, κατεστραμμένος, συγκλονισμένος από την μεγάλη ήττα και την καταστροφή. Όταν ξεκίνησε να πολεμά το 1912 δεν πίστεψε ποτέ ότι μετά από δεκαετή αγώνα και μετά από τόσες νίκες θα γυρνούσε στο σπίτι του ηττημένος και κατεστραμμένος. Τις εικόνες της καταστροφής και της προσφυγιάς δεν επρόκειτο να τις ξεχάσει ποτέ.
Στα τριάντα δύο του χρόνια  έχει ήδη ζήσει την φτώχεια, την εξαθλίωση, τον πόλεμο του 1897, τους δυο Bαλκανικούς πολέμους, τον πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο, τη Mικρασιατική εκστρατεία με την τραγική της κατάληξη.
Ο ήρωάς μας προσπαθεί να τα ξεχάσει όλα και να ξαναρχίσει τη ζωή του από την αρχή. Με την φτώχεια πιστό σύντροφο κάνει οικογένεια. Mε την πολιτική αστάθεια και το εθνικό διχασμό ως κύρια συστατικά της πολιτικής ζωής η Eλλάδα μπαίνει στην περιπέτεια του μεσοπολέμου. Οι πολιτικές πεποιθήσεις του καθενός αποτελούν αδίκημα ανάλογα με το ποιος βρίσκεται στην εξουσία. Νέες ιδέες, σοσιαλιστικές  έρχονται για επαναφέρουν παλιά και νέα αιτήματα, νέες δυναμικές δικδικήσεις. Έρχονται για να εμπνεύσουν ή για να επηρεάσουν τη ζωή των πολιτών. 
Στα 1940 ο πενηντάρης πια ήρωας μας ακούει τον δικτάτορα Mεταξά να λέει «Yπάρχουν στιγμές κατά τις οποίες ένας λαός οφείλει, αν θέλει να μείνη μεγάλος, να είναι ικανός να πολεμήση έστω και χωρίς καμιάν ελπίδα νίκης. Μόνο διότι πρέπει!»  και βλέπει τα παιδιά του πια να φεύγουν στον πόλεμο. Ζει μια νέα θλιβερή κατάσταση. Κατοχή, πείνα, καταστροφή. Ό,τι έχει χτίσει με πολύ κόπο, το γκρεμίζει ο δεύτερος μεγάλος πόλεμος. Στα 1944 αναθαρρύνει με την απελευθέρωση, πανηγυρίζει και αυτός την αποχώρηση των Γερμανών και είναι έτοιμος να ξαναρχίσει από την αρχή, όσο του επιτρέπουν οι δυνάμεις του. Αλλά ό,τι άφησαν όρθιο οι εισβολείς το γκρέμισε ο εμφύλιος πόλεμος. Ένας νέος εθνικός διχασμός δημιουργείται σε μια χώρα που προσπαθεί να αναγεννηθεί από τις στάχτες της.
Απόμαχος πια μέσα σε ταραγμένες πολιτικά εποχές προσπαθεί να επιβιώσει και να δει να παιδιά του να προοδεύουν. Και τα καταφέρνει. Βλέπει τα παιδιά του να κάνουν οικογένειες, να ζουν καλύτερα απ’ αυτόν, βλέπει την  χώρα του συνεχώς να κάνει βήματα μπροστά, παρόλα τα προβλήματα, ώσπου μια νέα δικτατορία φέρνει, εκτός από αυτά που πάντα αντιπροσωπεύει μια δικτατορία, μια νέα εθνική τραγωδία στην Kύπρο. Στο τέλος της ζωής του βλέπει μια ακόμα γενιά, τα εγγόνια του, να επιστρατεύεται για να υπερασπίσει έδαφος. Κάθε τριάντα περίπου χρόνια κι ένας πόλεμος…
Κάποια γειτονική οικογένεια είχε χάσει σε κάποιο πόλεμο τον πατέρα, κάποια άλλη αναγκάστηκε να ξενιτευτεί, άλλος έζησε τα καλύτερά του χρόνια στην εξορία. 
Μου είναι αδύνατον να καταλάβω και να νιώσω την ανθεκτικότητα, τα συναισθήματα αλλά και τις απώλειες αυτής της γενιάς. Μου είναι αδύνατον να συλλάβω τον τρόπο της σκέψης τους, πώς μπορούσαν να ορθοποδούν μετά από κάποια καταστροφή, πώς διαχειρίζονταν την όποια απώλεια. Ωστόσο μέσα από αυτόν το τόσο ταραγμένο εικοστό αιώνα τα διδάγματα για το λαό μας είναι πολλά. Είναι πάρα πολλά μόνο όμως γι’αυτόν που είναι πρόθυμος ν’ακούσει και να μάθει. Πολλές φορές μέσα στη μέθη της ευημερίας ξεχνούμε τις περασμένες γενιές, νομίζουμε ότι δεν μας αφορούν τα περασμένα. Αυτό όμως είναι το πρώτο σημάδι της παρακμής.
Γ.K.

1 σχόλιο:

  1. Για πολύ κακή μας τύχη, τέτοιου είδους άνθρωποι, που κατέχουν από πρώτο χέρι τι πάει να πει "βάζω πλάτη να δουλέψω", δεν ορίζουν τις τύχες της χώρας.
    Τα τελευταία 30 και βάλε χρόνια οι κυβερνώντες - χωρίς καμία εξαίρεση - ενδιαφέρονται για ένα και μόνο πράγμα: την τσέπη τους. Μπροστά σε τούτο το υπέρτατο αγαθό, δε λογαριάζουν ούτε εθνικό συμφέρον, ούτε το μέλλον των παιδιών, ούτε την αξιοπρέπεια - ατομική ή συλλογική - των πολιτών και της χώρας. Όλα ψιλά γράμματα μπροστά στο γέμισμα των παραφουσκωμένων κοιλιών και λογαριασμών τους. Άλωσαν την κρατική μηχανή τοποθετώντας παντού τυχάρπαστους ή ανίκανους, που είχαν όμως το ανώτατο προσόν της τυφλής κομματικής υπακοής, καταχράστηκαν πακτωλούς χρημάτων που προορίζονταν για την ανάπτυξη της χώρας, σακάτεψαν την υγεία και την εκπαίδευση, έκλεψαν τα λεφτά των ασφαλιστικών ταμείων για να τα παίξουν στο χρηματιστήριο και μετά από όλα αυτά ο ελληνικός λαός τους τιμώρησε, δίνοντας στους πρωταίτιους πάνω από 75% των ψήφων στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές.
    Η φράση "απέραντο φρενοκομείο" φαντάζει σήμερα ξεκαρδιστικά λίγη για να μας χαρακτηρίσει.

    ΑπάντησηΔιαγραφή