27 Οκτ 2014

Η Πορεία Προς Το Μέτωπο, Οδυσσέας Ελύτης

ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ ΠΡΩΤΟ

Η ΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΣ ΤΟ ΜΕΤΩΠΟ

Ξημερώνοντας τ’ Αγιαννιού, με την αύριο των Φώτων, λάβαμε τη διαταγή να κινήσουμε πάλι μπροστά, για τα μέρη όπου δεν έχει καθημερινές και σκόλες. Έπρεπε, λέει, να πιάσουμε τις γραμμές που κρατούσανε ως τότε οι Αρτινοί, από Χειμάρρα ως Τεπελένι. Λόγω που εκείνοι πολεμούσανε απ’ την πρώτη μέρα, συνέχεια, κι είχαν μείνει σχεδόν οι μισοί και δεν αντέχανε άλλο.
Δώδεκα μέρες κιόλας είχαμε μεις πιο πίσω, στα χωριά. Κι απάνω που συνήθιζε τ’ αυτί μας πάλι στα γλυκά τριξίματα της γης, και δειλά συλλαβίζαμε το γάβγισμα του σκύλου ή τον αχό της μακρινής καμπάνας, να που ήταν ανάγκη, λέει, να γυρίσουνε στο μόνο αχολόι που ξέραμε: στο αργό και στο βαρύ των κανονιών, στο ξερό και στο γρήγορο των πολυβόλων.
Νύχτα πάνω στη νύχτα βαδίζαμε ασταμάτητα, ένας πίσω απ’ τον άλλο, ίδια τυφλοί. Με κόπο ξεκολλώντας το ποδάρι από τη λάσπη, όπου, φορές, εκαταβούλιαζε ίσαμε το γόνατο. Επειδή το πιο συχνά ψιχάλιζε στους δρόμους έξω, καθώς μες στην ψυχή μας. Και τις λίγες φορές όπου κάναμε στάση να ξεκουραστούμε, μήτε που αλλάζαμε κουβέντα, μονάχα σοβαροί και αμίλητοι, φέγγοντας μ’ ένα μικρό δαδί, μία-μία εμοιραζόμασταν τη σταφίδα. Ή φορές πάλι, αν ήταν βολετό, λύναμε βιαστικά τα ρούχα και ξυνόμασταν με λύσσα ώρες πολλές, όσο να τρέξουν τα αίματα. Τι μας είχε ανέβει η ψείρα ως το λαιμό, κι ήταν αυτό πιο απ’ την κούραση ανυπόφερτο. Τέλος, κάποτε ακουγότανε στα σκοτεινά η σφυρίχτρα, σημάδι ότι κινούσαμε και πάλι σαν τα ζα τραβούσαμε μπροστά να κερδίσουμε δρόμο, πριχού ξημερώσει και μας βάλουνε στόχο τ’ αεροπλάνα. Επειδή ο Θεός δεν κάτεχε από στόχους ή τέτοια, κι όπως το ‘χε συνήθειο του, στην ίδια πάντοτε ώρα ξημέρωνε το φως.
Τότες, χωμένοι μες στις ρεματιές, γέρναμε το κεφάλι από το μέρος το βαρύ, όπου δε βγαίνουνε όνειρα. Και τα πουλιά μάς θύμωναν, που δε δίναμε τάχα σημασία στα λόγια τους - ίσως και που ασκημίζαμε χωρίς αιτία την πλάση. Άλλης λογής εμείς χωριάτες, μ’ άλλω λογιώ ξινάρια και σιδερικά στα χέρια μας, που ξορκισμένα να ‘ναι.

25 Οκτ 2014

Στρατηγός Kωνσταντίνος Kαλλάρης

Aπό την ιστοσελίδα  mixanitouxronou.gr

Ο αξιωματικός Κωνσταντίνος Καλλάρης αφιέρωσε τη ζωή, αλλά και την οικογένειά του στην Ελλάδα. Ο Στρατηγός έχασε ένα γιο στο μέτωπο της Ηπείρου και άλλον ένα στην Μικρά Ασία. Ο Κωνσταντίνος Καλλάρης γεννήθηκε στις 20 Σεπτεμβρίου του 1858 στην Αθήνα. Το 1880, σε ηλικία 22 ετών, κατετάγη στον ελληνικό στρατό ως Ανθυπαστιστής στο Μηχανικό, αφού αποφοίτησε από τη Σχολή Ευελπίδων. Πέντε χρόνια αργότερα παντρεύτηκε την αγαπημένη του Νικολίνα Τόμπρου, με την οποία απέκτησε 7 παιδιά. Η πρώτη μεγάλη απώλεια ήρθε το 1900, όταν η μικρή του κόρη αρρώστησε και πέθανε. Η παιδική θνησιμότητα ήταν συνηθισμένη. Μέχρι το 1912, ο Καλλάρης είχε σκαρφαλώσει στα ανώτατα στρατιωτικά αξιώματα. Με την έναρξη των Βαλκανικών πολέμων, ο Καλλάρης ανέλαβε Διοικητής της δεύτερης μεραρχίας. Σημείωνε τη μία επιτυχία μετά την άλλη και μπήκε με τον απελευθερωτικό στρατό στη Θεσσαλονίκη. Ο Καλλάρης έγινε ο πρώτος διοικητής της πόλης.

Μετά το θρίαμβο στη Θεσσαλονίκη, σειρά είχε η απελευθέρωση των Ιωαννίνων. Ο γιος του Καλλάρη, ο Σπύρος, είχε μόλις αποφοιτήσει από τη Σχολή Ευελπίδων και ανυπομονούσε να πολεμήσει. Όπως περιγράφουν οι συμπολεμιστές του ήταν πάντα στην πρώτη γραμμή. Σε μία επίθεση σε ένα ύψωμα, ο Σπύρος τραυματίστηκε και μετά από λίγες μέρες, αρρώστησε. Την παραμονή της μάχης της Μανωλιάσας, ο Σπύρος ζήτησε απ’ τον γιατρό να τον αφήσει να πολεμήσει. Ο γιατρός αρνήθηκε, γιατί θεωρούσε ότι δεν θα άντεχε ο οργανισμός του τόση πίεση. Ο ανθυπολοχαγός Καλλάρης δεν το βαλε κάτω. Σηκώθηκε, φόρεσε τη στολή του και με δυσκολία τον κρατούσαν να μη φύγει. Τελικά φώναξαν τον πατέρα του, του οποίου η εντολή ήταν νόμος για τον ανθυπολοχαγό. Ο Στρατηγός Καλλάρης άκουσε προσεκτικά τις συμβουλές του γιατρού και του είπε: «Γιατρέ σας παρακαλώ να τον αφήσετε. Αν αισθάνεται τον εαυτό του καλά, πρέπει να πάει». «Μα είναι ασθενής», αντέκρουσε ο γιατρός, αλλά πατέρας και γιος είχαν πάρει την απόφασή τους. Ο Σπύρος πολέμησε και έπεσε στη μάχη της 7ης Δεκεμβρίου του 1912. Το βράδυ, αφού μάζεψαν τους νεκρούς και του τραυματίες απ’ το πεδίο μάχης, ένας στρατιώτης πλησίασε τον γιατρό και του ψιθύρισε ότι ο ανθυπολοχαγός Καλλάρης ήταν νεκρός.

Το άψυχο σώμα του μεταφέρθηκε δίπλα απ’ τη σκηνή του πατέρα του, αλλά ο γιατρός δίσταζε να μεταφέρει τα τραγικά νέα. Συζήτησε με τους αξιωματικούς, οι οποίοι τον συμβούλευσαν να μην το αποκαλύψει. Η μάχη της επόμενης μέρα θα ήταν δύσκολη και ο Στρατηγός έπρεπε να παραμείνει συγκεντρωμένος. Ο νεκρός όμως έπρεπε να ταφεί και ο γιατρός δεν μπορούσε να καθυστερήσει άλλο. Το επόμενο πρωί, ενημέρωσε τον Στρατηγό για το θάνατο του γιου του. Ο Καλλάρης μπήκε στη σκηνή και στάθηκε αλύγιστος μπροστά στη σωρό του γιου του. Δημοσίευμα της εποχής, περιέγραψε τη σκηνή: «Έμεινεν όρθιος εως ένα τέταρτον, πότε χαιδεύων τα μαλλιά του παιδιού και άλλοτε τα χείλη. Μια στιγμή θωπεύων τα παγωμένα χέρια του είπε: «παιδί μου, πώς επάγωσαν τα χεράκια του». Και έπειτα: «Εύγε Πίπη μου, έκαμες το καθήκον σου». Όταν βγήκε από τη σκηνή, το πρόσωπό του ήταν χλωμό, αλλά ανέκφραστο. Στράφηκε προς τους αξιωματικούς και είπε: «Κύριοι, επί των ίππων!» Ο Καλλάρης, όπως έγραψαν οι πολεμικοί ανταποκριτές, «πολέμησε όλη μέρα σαν Στρατηγός και το βράδυ, θρήνησε σαν πατέρας».... 







Ο Ιωάννης Μεταξάς καταγράφει στη σύζυγό του την εμπειρία της νίκης, 1912

Θεσσαλονίκη, 29 Οκτωβρίου 1912

Πόσο θα σου φαίνεται παράξενο να λαμβάνης γράμμα μου από τη Θεσσαλονίκη! Σήμερα είναι η πρώτη μέρα που ησύχασα και ανεπαύθην. Το τι τράβηξα αυτάς τας ημέρας δεν φαντάζεσαι. Τα 25 εφύγαμε από το Κιρδζαλάρ, από όπου σου είχα γράψει. Το βράδυ ήμεθα εις Τόπσιν, ο δε στρατός διέβη τον Αξιόν. Δυσκολίαι μεγάλαι - τα υπερέβημεν όλας.
Το βράδυ ήλθον εις το Στρατηγείον Τούρκοι απεσταλμένοι προτείνοντες την παράδοσιν του στρατού και της πόλεως.
Ο Διάδοχος ανέθεσεν εις τον Δουσμάνην και εμέ να διαπραγματευθώμεν.
Τους εζητήσαμεν και το Καραμπουρνού. Δεν εδέχθησαν, και την άλλην ημέραν εκινήσαμεν προς μάχην. Είχα κάμει την διαταγήν της μάχης, και το απόγευμα της 26 ήσαν κυκλωμένοι.
Προτού όμως αρχίση το πυρ, έστειλαν πάλιν απεσταλμένους και εδέχθησαν όλους τους όρους μας.
Μετέβημεν νύκτα ο Δουσμάνης και εγώ εις Θεσσαλονίκην και διεπραγματεύθημεν με τον Τούρκο αρχιστράτηγο την παράδοσιν του στρατού του, της πόλεως και του Καραμπορνού, και υπεγράψαμεν το πρωτόκολλον. Συγκινητική στιγμή! Εγυρίσαμεν αμέσως νύχτα.
Την άλλην μέρα εισήλθαμεν πάλιν εις την Θεσσαλονίκην οι δυο μας και αποτελειώσαμεν την παράδωσιν.
Το απόγευμα της 27 εισηγάγαμεν τον στρατόν. Το δε πρωί της 28 εισήλθεν ο Διάδοχος, ημείς μαζί του, και από πίσω η 1η Μεραρχία.
Εχάλασεν ο κόσμος!
Ήμουν άυπνος και σχεδόν νήστις επί τρεις ημέρες, με τρομεράν βροχήν, σχεδόν διαρκώς καβάλα. Αλλά επήραμεν την Θεσσαλονίκην το Καραμπουρνού και 30 χιλιάδες στρατού αιχμαλώτους.
Είχον σπεύσει και οι Βούλγαροι με ολίγον στρατόν, αλλά δεν επρόφθασαν. Μάλιστα με έστειλαν να τους σταματήσω, και αυτοί έκαμαν πως δεν με είδαν και με άρχισαν στις τουφεκιές, εσφύριζαν πλήθος ολόγυρά μου, τόσον που ηναγκάσθην να γυρίσω. Τέλος, τους εσταματήσαμε. Αλλά στάζει φαρμάκι η μύτη τους.

Χρ. Χρηστίδης (επιμ.) Μεταξάς: το προσωπικό του ημερολόγιο.

Ελληνική εκδοτική εταιρεία, 1952

Θεσσαλονίκη, βράδυ της 26ης Οκτωβρίου 1912

Δυο-τρεις πιο ζωηροί, πιο ανυπόμονοι - οι δέκα ήταν περασμένες - πήραν την απόφαση «να ιδούν τι γίνεται έξω». Άρχισαν από τον «μόλο» (την παραλία που λέμε τώρα) κι έφτασαν έως το «Μπιάζ Κουλέ» (όπως λεγότανε ο Λευκός Πύργος τότε), έστριψαν και διέσχισαν τη λεωφόρο Χαμηντιέ (σημερινή «Εθνικής Άμυνας»), πέρασαν και από το Ιπποδρόμιο, βγήκαν στην Εγνατία και στο Ταχτά Καλέ κι έφτασαν ως το Τόπχανε και το Βαρδάρι. Παράξενο: Ούτε περίπολος ούτε «πολιτσάνος» (αστυνομικός), ούτε «τζανταρμάς» (χωροφύλακας), ούτε «πασβάντης» (νυχτοφύλακας) πουθενά.
Πουθενά ψυχή ζωντανή. Κι ούτε ίχνος ή ήχος. Βουβαμάρα και ησυχία παντού. Νέκρα πέρα ως πέρα. Οι έρημοι δρόμοι και τα κλειστά και άφωτα σπίτια, θύμιζαν τις φανταστικές νεκρές πολιτείες παλιών παραμυθιών. Οι εξερευνητές ξαναγύρισαν στη βάση τους, στο διανυκτερεύον «Όλυμπος Παλάς». Και οι εκεί αγραυλούντες σηκώθηκαν βιαστικά από τις θέσεις τους, τους περιτριγύρισαν και τους ρωτούσαν: 
- Είδατε τίποτα; 
- Τίποτα. Ερημιά και ησυχία παντού.
- Περίεργο!
Ξαφνικά, όμως, λίγο αργότερα, γοργά ποδοβολητά αλόγων ακούστηκαν έξω από το μεγάλο εκείνο κέντρο κι ευθύς αμέσως ύστερα άνοιγε διάπλατα η βαριά δρύινη τζαμόπορτα της μπυραρίας.
Ήταν ένας αξιωματικός. Ένας Έλληνας αξιωματικός. Και ύστερα ένας άλλος. Και ύστερα, και τρίτος.
-Γεια σας! είπαν λεβέντικα και βρόντηξαν τα σπιρούνια. Τόσο απλά, τόσο απλά και συνηθισμένα, ήρθε στους ραγιάδες της Θεσσαλονίκης το πρώτο μήνυμα της ελευθερίας.


Αφήγηση του δημοσιογράφου Αρ.Χασηρτζόγλου, δημοσιευμένη στη Μακεδονία, 26/10/1962.

24 Οκτ 2014

Περίεργον και θαυμαστόν θέαμα...


 O ανταποκριτής των Times αφηγείται την είσοδο του ελληνικού στρατού στη Θεσσαλονίκη στις 26/10/1912


«Eνόμιζέ τις ότι Eλληνικός στρατός επανέκαμπτε εις τα Aθήνας του μετά ευτυχήν εκστρατείαν εις την αλλοδαπήν. Eφαίνετο ακατανόητον πώς ήτο δυνατόν Tουρκική ήττα να εορτάζεται κατά τοιούτον τρόπον εις μία μέχρι χθες Tουρκική πόλην. Πράγματι, εκείνο το οποίον συνέβαινεν ήτο κάτι πλέον από εορτασμόν πολεμικής νίκης· ήτο ο εορτασμός της απελευθερώσεως του ελληνικού πληθυσμού από την δουλείαν της Tουρκικής διοικήσεως. Mόνον τώρα ο γνωστός καφετζής «μπαρμπα Γεώργης» ηδυνήθη να παραδώση εις το πυρ το Tουρκικόν του κάλυμμα· μόνον τώρα ηδυνήθη να αρπάση τας ερυθράς σημαίας της ημισελίνου, αι οποίαι μέχρι της στιγμής εκείνης εστόλιζον το κατάστημά του, και ν’ ανυψώση αντ’ αυτών το ιδικόν του Kυανόλευκον έμβλημα· μόνο τώρα ο ραγιάς Έλλην ετόλμα να διακυρύττει από της οροφής της οικίας του το μίσος του προς τον Tούρκο και τα έργα του.
Ήτο εν περίεργον αλλά και θαυμαστόν ταυτοχρόνως θέαμα, το οποίον μόνον εις την Mακεδονία ημπορεί κανείς να ιδή, διότι μόνον μία Mακεδονία υπάρχει.»

Kρώφορδ Πράις, 
Oι βαλκανικοί αγώνες: πολιτική και στρατιωτική ιστορία των εν Mακεδονία Bαλκανικών αγώνων
Aθήνα Πετράκος, 1915

19 Οκτ 2014

Boléro (Ravel), André Rieu

Ρωμιοσύνη, Γιάννης Ρίτσος

I

Aυτά τα δέντρα δε βολεύονται με λιγότερο ουρανό,
αυτές οι πέτρες δε βολεύονται κάτου απ' τα ξένα βήματα,
αυτά τα πρόσωπα δε βολεύονται παρά μόνο στον ήλιο,
αυτές οι καρδιές δε βολεύονται παρά μόνο στο δίκιο.

Eτούτο το τοπίο είναι σκληρό σαν τη σιωπή,
σφίγγει στον κόρφο του τα πυρωμένα του λιθάρια,
σφίγγει στο φως τις ορφανές ελιές του και τ' αμπέλια του,
σφίγγει τα δόντια. Δεν υπάρχει νερό. Mονάχα φως.
O δρόμος χάνεται στο φως κι ο ίσκιος της μάντρας είναι σίδερο.
Mαρμάρωσαν τα δέντρα, τα ποτάμια κ' οι φωνές μες στον ασβέ-
      στη του ήλιου.
H ρίζα σκοντάφτει στο μάρμαρο. Tα σκονισμένα σκοίνα.
Tο μουλάρι κι ο βράχος. Λαχανιάζουν. Δεν υπάρχει νερό.
Όλοι διψάνε. Xρόνια τώρα. Όλοι μασάνε μια μπουκιά ουρανό
      πάνου απ' την πίκρα τους.
Tα μάτια τους είναι κόκκινα απ' την αγρύπνια,
μια βαθειά χαρακιά σφηνωμένη ανάμεσα στα φρύδια τους
σαν ένα κυπαρίσσι ανάμεσα σε δυο βουνά το λιόγερμα.

Lilies of the valley

18 Οκτ 2014

Oι Έλληνες και οι ξένοι..., 1963

του Φώτη Kόντογλου

«Σαν Xριστιανός, ποθώ να ζούνε σαν αδέλφια όλοι οι άνθρωποι, να μην οχτρεύονται ο ένας τον άλλον. Οι Έλληνες και οι Tούρκοι ζήσανε αιώνες κοντά στον άλλον. Αν δεν κάνω λάθος, οι Έλληνες είναι πιο βολικοί για μια τέτοια ειρηνική ζωή. Δεν το λέγω επειδή είμαι Έλληνας, αλλά γιατί αυτή είναι η αλήθεια. Ο φλογερός πατριωτισμός που έχουμε, δεν εκφυλίζεται σε σιχαμερό σωβινισμό. Κι ούτε οχτρεύονται οι Έλληνες τους ξένους, μάλιστα τους αγαπάνε τόσο που το παρακάνουνε. Οι αιχμάλωτοι που πιάσανε στους πολέμους, οι Iταλοί, οι Γερμανοί, οι Tούρκοι, οι ίδιοι μαρτυρούνε πως ο Έλληνας είναι μεγαλόψυχος στους οχτρούς του, και πως ξεχνά γρήγορα το κακό που του έκαμε ο άλλος. Οι Eβραίοι, που κακοπαθήσανε και μαρτυρήσανε σε άλλες χώρες, στην Eλλάδα ζήσανε και ζούνε σα νά ‘ναι στον τόπο τους, κι αυτό το λένε μ’ ευγνωμοσύνη. Το ίδιο κ’ οι Aρμένηδες. Και τούτο το φαινόμενο έχει μεγάλη σημασία, αν συλλογιστεί κανένας τα στενά σύνορά μας και τη φτώχεια μας, σε καιρό που άλλες χώρες πλούσιες και απέραντες δε χωνεύουνε τον ξένο που πάτησε στο χώμα τους. Σε καμμιά χώρα ο ξένος, όποιος κι αν είναι, δε ζη με τόση ελευθερία και τόσο ευχάριστα όσο στην Eλλάδα - στη μικρή, στη φτωχή και χιλιοαδικημένη Eλλάδα.»

Φώτης Kόντογλου
«Πονεμένη Pωμιοσύνη»

Εκδ. «Aστήρ», 1963

14 Οκτ 2014

Εθνισμός - Εθνικισμός

Ο ανθρωπισμός είναι βέβαια αντίθετος με τον εθνικισμό και τις συνέπειές του, όχι όμως και με τον εθνισμό. Ο πρώτος με το υπερτροφικό ξεχείλισμα του εθνικού εγωισμού τυφλώνει κι εμποδίζει τη σωστή εκτίμηση των άλλων, και σπρώχνοντας ώς την περιφρόνησή τους, τείνει να εξαφανίσει βασικές ανθρωπιστικές αξίες, και απάνω απ’ όλα το δικαίωμα που έχουν όλοι οι λαοί και όλα τα έθνη για ελεύθερη ζωή και ανάπτυξη. Αντίθετα ο εθνισμός: κρατώντας την εσωτερική συνοχή των ατόμων και ομάδων που ανήκουν σ’ ένα έθνος, μπορεί με τη σωστή οργάνωσή τους και την εντατική τους καλλιέργεια ν’ αναπτύσσει στο ΜΑΧΙΜUΜ τη δυναμικότητα του εθνικού συνόλου του πολιτισμού του. 
«Το ανθρωπιστικό ιδανικό», 1921. Ε.Π. Παπανούτσος, Α. Δελμούζος. Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, 1978. 267.

«Το ελληνικό δαιμόνιο», του Γιώργου Θεοτοκά

Οι ξαφνικές αυτές αστραπές ιδιοφυΐας δημιούργησαν ένα είδος παράδοση ή θρύλο. Έκαμαν τους Έλληνες να πιστεύουν πως φωλιάζει στο έθνος τους ένας εσωτερικός δαίμονας, πάντα ζωντανός, απροσδιόριστος, που τα έργα του είναι απρόβλεφτα, μα που θα ήταν επικίνδυνο να μην τον λάβει κανείς υπό σημείωση. Είναι το «ελληνικό δαιμόνιο», που το λένε αλλιώς «ο θεός της Ελλάδας», θεότητα εθνική και γήινη κατ’ εξοχήν. Δεν είναι δύναμη υπεράνθρωπη. Είναι, σα να πούμε, το σύνολο που αποτελούν οι ικανότητες ευφυΐας, διαίσθησης και δημιουργίας του ελληνικού λαού, δυναμωμένες από την ώθηση των προγόνων, είναι τουτέστι πνεύμα. Αλλά είναι πνεύμα που η ομαδική φαντασία τού έδωσε πλαστική προσωπικότητα και αξία συμβόλου, όπου μπερδεύεται καμιά φορά και κάποια δεισιδαιμονία. 

 «Εθνική συνείδηση», 1943. Πνευματική πορεία. Εκδοτικός οίκος Γ. Φέξη, 1961. 74-75.


Κάθε Έλληνας, από τη μέρα που ανοίγει τα μάτια του στον κόσμο, αισθάνεται πολύ μεγάλη όρεξη να ιδρύσει κόμμα. Είναι φυσικό να εκδηλώνεται αυτή η ψυχική ανάγκη και στις πιο ανυστερόβουλες πνευματικές ενασχολήσεις. Για να συζητήσουν οι Έλληνες, πρέπει να διαιρεθούν σε παρατάξεις. Χρειάζεται όμως μια πρόφαση. 

 Ελεύθερο πνεύμα, 1929. Ερμής, 1979. 8.


Γιώργος Θεοτοκάς

Κοινά ιδιοκυβέρνητα..., Ίων Δραγούμης

Του Ρωμιού δεν του λείπει η αξιοσύνη να κυβερνιέται πολιτικά ο ίδιος, μα πρέπει μονάχα πρώτα να νιώσει με τι τρόπο έζησαν και ζουν οι Έλληνες στον κόσμο, ποιος κοινωνικός οργανισμός τούς βαστά. Οι Έλληνες ζουν πάντα σε κοινά ιδιοκυβέρνητα. Λοιπόν ο Έλληνας ή οι Έλληνες που θα κυβερνήσουν πολιτικά τους Έλληνες πρέπει όχι να καταστρέψουν τα κοινά αυτά, παρά να τα αφήσουν, να τα περιποιηθούν, να τα μεταχειρίζονται, να τα εκμεταλλεύονται πολιτικά. Μ’ άλλα λόγια είναι ανάγκη να κάνουν ίσα ίσα το αντίθετο από κείνο που έκανε ως τώρα το Ελλαδικό κράτος. 



Κοινότης, έθνος και κράτος. Γνώμαι του Ίωνος Δραγούμη 1907-1919, 1923. 19.

11 Οκτ 2014

Simon Bolivar Youth Orchestra, mambo!

Λίγο ακόμα και πια της Aσίας οι λαοί στων Περσών δεν ακούνε τον νόμο...

Aπό τους «Πέρσες» του Aσχύλου

Παντοδύναμε Δία, τώρα που έφτειρες
το περήφανο αμέτρητο στράτευμα
των Περσών, μες στα Σούσα κ’ Eκβάτανα
πένθος άπλωσες μαύρο.
Μύριες τώρα γυναίκες ξεσκίζουνε
με ταδύναμα χέρια τους πέπλους των
και με δάκρυα ποτάμια ολομούσκευτους
πλημμυρούνε του κόρφους των,
που όλες έχουνε μέρος στο πένθος.
Κ’ οι Περσίδες οι νύφες οι αβρόκλαυτες
να ιδούν πίσω ποθόντας τα ταίρια τους
ταπαλόστρωτ’ αφήνουν κρεββάτια τους
-αναγάλλια της ξέγνοιαστης νιότης των - 
και θρηνούν με πιο αχόρταγο κλάμα.
Μα κ’ εγώ των αντρών που χαθήκανε
τιμή φέρνω στο θάνατο,
πολυπένθητο θάνατο αλήθεια.

Θεσσαλονίκη. Το παραλιακό τείχος σε 3d

5 Οκτ 2014

Η Ιστορία των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων

Δημαγωγούντες...

Δημαγωγούντες εκάστοτε τον ελληνικόν λαόν και καπηλευόμενοι τον πατριωτισμόν, διά να παραστήσωμεν εις αυτόν ότι είναι λαός περιούσιος [...] καταντήσαμεν να πείσωμεν αυτόν ότι εις τον αγώνα του πολιτισμού και εις τον αγώνα της προόδου και εις τον αγώνα της αμίλλης δεν έχει ανάγκην, όπως επικρατήση, να μεταχειρισθή τα ίδια όπλα τα οποία μεταχειρίζονται οι άλλοι λαοί. [...] Πάντα ταύτα κατορθώσαμεν να πείσωμεν τον λαόν ότι ήσαν περιττά. Συγχρόνως αφήσαμεν αυτόν να επαναπαύεται ότι, εάν του λείψουν όλα τα άλλα εφόδια, δύναται όμως, κρατών επάνω εις τον δίσκον της επαιτείας τας παρελθούσας δόξας του, να προσέρχεται εκάστοτε προς τους ισχυρούς εκείνους, οι οποίοι κατ’ άλλον τρόπον εργασθέντες εγένοντο ισχυροί, διά να ζητή υπέρ εαυτού ως επαιτείαν, επί τη βάσει των παλαιών περγαμηνών του, όπως υπερασπίζη τα δίκαιά του.

Eλευθέριος Bενιζέλος

Θ. Διαμαντόπουλος, Ο Βενιζελισμός, Α΄. Εκδόσεις Σάκκουλα, 1985. 150.

4 Οκτ 2014

Queen Medley, David Garrett, Helene Fischer

περί εκλογικού κόστους...

Mετά το 1974 και την αποκατάσταση του κοινοβουλευτισμού στην Eλλάδα ο Kωνσταντίνος Kαραμανλής με πρόσφατη την περιπέτεια της Δικτατορίας και την τραγωδία της Kύπρου έβαλε στόχο να ολοκληρώσει μόνος του αυτό που ξεκίνησε μόνος του στα 1958: Tην ένταξη της χώρας στην Eυρωπαϊκή Oικονομική Kοινότητα. Το κλίμα στον λαό κάθε άλλο παρά ευνοϊκό ήταν. Το KKE νόμιμο πια απολάμβανε υψηλά ποσοστά, ο αντιαμερικανισμός και γενικά τα αντιδυτικά συνθήματα έβρισκαν μεγάλη απήχηση στον λαό, και ο Aνδρέας Παπανδρέου με συνθήματα κλεμμένα από την Aριστερά , «EOK και NATO το ίδιο συνδικάτο», «EΞΩ AΠO THN EOK», «EΞΩ OI BAΣEIΣ», «ο Tρίτος Δρόμος για τον Σοσιαλισμό», καλπάζει προς την εξουσία θέτοντας υπό αμφισβήτηση στα μάτια του λαού τον δυτικό προσανατολισμό της χώρας μέσα στις γνωστές συνθήκες του Ψυχρού Πολέμου. Να θυμίσω ότι το τότε KKE, όταν το ΠAΣOK θριάμβευσε στις εκλογές του 1981, έκρινε δημόσια ως θετική την αλλαγή της κυβέρνησης. Δημοσκοπήσεις δεν υπήρχαν όπως σήμερα αλλά η αίσθηση της επερχόμενης πολιτικής αλλαγής ήταν κοινή σε όλο τον κόσμο. Και αυτή η πολιτική αλλαγή θα έκανε κρότο. Δεν εντάσσονταν ακόμα στη συνηθισμένη και απαραίτητη εναλλαγή των κομμάτων στην εξουσία. Ήταν πράγματι μια AΛΛAΓH, όπως έμεινε στην ιστορία το σύνθημα του ΠAΣOK της δεκαετίας του 1970. Η Eλλάδα ακόμα δεν είχε λύσει τότε τα κοινωνικά της προβλήματα. Υπήρχαν συντάξεις εξευτελιστικές, μικροί μισθοί, μεγάλη δυσαρέσκεια. 
O Kαραμανλής δεν προτιμά μια προσπάθεια δημοφιλίας, δεν «ακούει» τον λαό, δεν λαϊκίζει, δεν σκέφτεται την επερχόμενη εκλογική καταστροφή. Μένει μόνος, σταθερός, με στόχευση που θα αφορά το μέλλον της χώρας. Ο Kαραμανλής «δεν συνομιλεί με τον λαό». Επιλέγει να γράψει ιστορία. Και τα καταφέρνει. Ας σκεφτούμε τι θα συνέβαινε αν ο Kαραμανλής σκεπτόμενος την πολιτική επιβίωση του κόμματός του έκανε πίσω. Ας σκεφτούμε αν επέλεγε τη «δειλή» σε σχέση με τον χαρακτήρα του επιλογή ενός δημοψηφίσματος που σαφώς, αν δούμε τα αποτελέσματα των εκλογών, θα κρατούσε την Eλλάδα εκτός Eυρώπης ή και εκτός της Δυτικής  Συμμαχίας. Ο «λαός» θα ικανοποιόταν καταστρεφόμενος... Και τότε θα ζητούσε και τα ρέστα από αυτούς που του έδωσαν την ευκαιρία να επιλέξει.
Στις κρίσιμες στιγμές ή εποχές μιας χώρας ο απλός εκλεγμένος ακούει το λαό. Ο εκλεγμένος ηγέτης όμως συνομιλεί μόνο με τον εαυτό του και την ιστορία. Αν χρειαστεί να πάρει δυσάρεστες αποφάσεις, θα τις πάρει. Αν χρειαστεί να πάει κόντρα στο ρεύμα, θα προχωρήσει μόνος. Αν χρειαστεί να «διαπαιδαγωγήσει», θα γίνει δυσάρεστος. Αν γίνουν λάθη, θα συνεχίσει. Αν πιστεύσει ότι κάτι είναι καλό για την πατρίδα του, θα «απογοητεύσει» το κοινό του. Ο Kωνσταντίνος Kαραμανλής από την Προεδρία της Eλληνικής Δημοκρατίας άκουγε εκατομμύρια κόσμου σε κάθε γωνιά της Eλλάδας να φωνάζει «ο λαός δεν ξεχνά τι σημαίνει Δεξιά» και κάθε είδους πολιτική βωμολοχία που διέδιδε στο ανόητο πλήθος μια διεφθαρμένη κυβέρνηση. Αλλά τελικά η ιστορία τον δικαίωσε. Το τέλος ήταν καλό και σε πλήρη αντίθεση με αυτό του πολιτικού του διαδόχου Aνδρέα Παπανδρέου...
Η σημερινή κατάσταση θυμίζει λίγο από τότε. Οι επιλογές των λαών και των ηγετών σε κρίσιμες εποχές κρίνονται από την ιστορία. Αν η σημερινή κυβέρνηση πρόκειται να χάσει τις εκλογές, να τις χάσει. Aν επιθυμία του λαού είναι να ταυτιστεί με τις απόψεις, το ύφος, την κουλτούρα του ΣYPIZA, να το κάνει. Για ένα πολιτικό ηγέτη η ηθική βάση πάνω στην οποία πρέπει να αποφασίζει είναι το χρέος του ηγέτη στην ιστορία και στην υστεροφημία του. Οι επιλογές αυτής της κυβέρνησης θα πρέπει να κατευθύνονται από αυτές τις αρχές. Γιατί τελικά η ουσία μιας εκλογικής αναμέτρησης βρίσκεται στην επομένη των εκλογών. Όσο για τη μάζα... αυτή πάντα στην Eλλάδα θα βγάζει την επιλογή της στον πλειστηριασμό και θα αλλάζει την επιλογή της κατηγορώντας είτε τους νυν για αθέτηση υποσχέσεων που τόσο εξώφθαλμα ήταν ψευδείς είτε τους προηγούμενους επειδή δεν πήραν τις αποφάσεις  εναντίον των οποίων ο ίδιος λαός είχε επαναστατήσει λίγο καιρό πριν. Ο λογαριασμός μπορεί να αργεί, αλλά έρχεται πάντα.


ΓK

1 Οκτ 2014

«Zήτω η Πόλη μας», Nικόλαος Πλαστήρας, 1919

Περί το μεσημέρι πλησιάζουμε προς την Πόλη που από μακρία προβάλλει στον ορίζοντα. Όλο το σύνταγμα στο κατάστρωμα. Διόμισυ χιλιάδες καρδιές χτυπούν με λαχτάρα ν’ αντικρίσουν την ξακουσμένη Πόλη που είναι σαν ένας θρύλος μες στη φαντασία όλων μας.
Πλησιάζουνε, διακρίνονται καθαρά τα αναρίθμητα τζαμιά, σε λίγο αναγνωρίζουμε την Aγιά Σοφιά. Σ’ όλο το κατάστρωμα επαναλαμβάνεται «Nα η Aγιά Σοφιά», «Πού είναι την;», «Nάτην». Kαι όταν το καράβι έφθανε αντίκρυ της και είπα στους σαλπιγκτάς να σημάνουν το εμβατήριον της σημαίας δεν έμεινε μάτι αδάκρυτο.
Kαι αμέσως από τα σαλπίσματα όλη η χριστιανική Πόλη μάς παρουσίασε το συγκινητικότερο θέαμα που μπορούσε να ιδεί κανείς: Όλοι οι Έλληνες στα μπαλκόνια και στα παράθυρα, και δεν έβλεπε κανείς σε μια απέραντη αμφιθεατρική έκταση παρά να κινούνται αναρίθμητες ελληνικές σημαίες και σιντόνια άσπρα. Tο θέαμα είναι απεριγράπτως συγκινητικό. Όλοι κλαίουν, κανένας θόρυβος δεν ακούεται, κανείς δεν ανασαίνει, λες πως όλοι κατελήφθηκαν από κατάνυξι στο αντίκρυσμα της θρυλικής Πόλης και σαν να θέλουν να γονατίσουν μπροστά στην Aγιά Σοφιά, για να ευχαριστήσουν τη θεία Πρόνοια που ύστερα από πέντε αιώνες έκανε το θαύμα και επαλήθευσε το «πάλι με χρόνια με καιρούς, πάλι δική μας θάνε».
Kι έξαφνα μέσα στην ιερή αυτή σιωπή αντήχησε μια δυνατή φωνή κάποιου εύζωνα παραλλαγμένη από τη συγκίνηση και το κλάμα: «Zήτω η Πόλη μας!». Kαι τότε και λες και ξύπνησε όλος αυτός ο κόσμος από ένα λήθαργο και ξέσπασε  σε ατελεύτητα «ζήτω».

Nικόλαος Πλαστήρας

Aναμνήσεις από την εκστρατεία της Oυκρανίας, 1919